Όπως ίσως καταλάβατε, αυτό το κείμενο είναι μία βολή εναντίον του παγκοσμίως γνωστού και αναγνωρισμένου ψυχολόγου, ακαδημαϊκού, συγγραφέα και, πρωτίστως, δημόσιας περσόνας, Jordan Peterson. Αυτό το κείμενο είναι περισσότερο ένα παράπονο, μία έκφραση απογοήτευσης, μια ανησυχία, παρά μία προσπάθεια αποδόμησης του λόγου του J.P. Πρόκειται για έναν άνθρωπο με υπολογίσιμη ευφυΐα, εκτενή μόρφωση και πραγματικά μοναδική ρητορική ικανότητα. Τουλάχιστον αυτή είναι η αντίληψη που έχει καλλιεργήσει ο ίδιος για τον εαυτό του. Αλλά αν ήταν μόνο αυτά τα χαρακτηριστικά του, δεν θα είχα πρόβλημα μαζί του. Είναι και πολλά άλλα.
Για να αρχίσω τον διασυρμό του ακαδημαϊκού και ψευδοπροφήτη J.P., ας θυμηθούμε όλοι πώς αυτός ο άνθρωπος απέκτησε μια πιο αυξημένη ορατότητα στο δημόσιο λόγο. Όλα ξεκίνησαν το μακρινό 2016, με την θέσπιση και ψήφιση ενός νομοσχεδίου στον Καναδά (το διάσημο πλέον νομοσχέδιο C-16) το οποίο αποτελεί τροποποίηση του Canadian Human Rights Act και του καναδικού ποινικού κώδικα, ώστε η χρήση αντωνυμιών (pronouns) μη συμβατών με το κοινωνικό φύλο ενός ατόμου να θεωρηθεί διάκριση και, ενδεχομένως, λόγος μίσους βασισμένος σε προκατάληψη ενάντια στο κοινωνικό φύλο του ατόμου. Αυτή η νομοθετική πράξη εγείρει συζήτηση περί στάθμισης μεταξύ της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας έκφρασης της προσωπικότητας που μπορεί να γεμίσει αμέτρητους τόμους νομικής ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας. Όταν πρόκειται για ένα τέτοιο θέμα, ωστόσο, αναπόφευκτα θα βγουν κάποια άτομα από τις σπηλιές τους για να πουν κι αυτοί την αποψάρα τους. Ένας από αυτούς ήταν ο J.P., ο οποίος φερόμενος ως υπερασπιστής της ελευθερίας του λόγου καταδίκαζε μαινόμενος την τροπολογία του C-16, ασφαλώς χωρίς ίχνος θεωρητικού νομικού υποβάθρου για να στηρίξει τα επιχειρήματά του, αλλά και διαστρεβλώνοντας κάθε εμπεριστατωμένη επιστημονική άποψη που καταδείκνυε τα οφέλη μιας τέτοιας νομοθετικής πράξης. Έκτοτε, σαν ένας ψυχοπαθής δολοφόνος ο οποίος ήρθε αντιμέτωπος με κάποιο έναυσμα που τον ώθησε σε άσβεστη και αχαλίνωτη μανία, ο J.P. έχει κηρύξει ανοιχτό πόλεμο εναντίον πληθώρας κοινωνικών ομάδων και κινημάτων, με κυριότερο στόχο κινήματα ισότητας φύλου και απανταχού μαρξιστές, γεγονός αρκετά αστείο δεδομένου ότι ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως φιλελεύθερο.
Εδώ έγκειται το πιο βασικό στοιχείο της επικινδυνότητας του J.P., όπως είχε αναφέρει και ο συνάδελφος και πρώην φίλος του, Bernard Schiff: “ο Jordan παίρνει δύο γεγονότα και τα συνδυάζει προκειμένου να δημιουργήσει κάτι πλασματικό”. Πρόκειται για σχολικό παράδειγμα παραλογισμού: “ο αστυφύλακας είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα ο αστυφύλακας είναι μπουζούκι”. Η σύνθεση δύο λογικών και αληθών προκείμενων δεν καθιστά το συμπέρασμα αξιωματικά λογικό και αληθές εάν η σύνθεση αυτών των προκειμένων . Προφανώς ο J.P. δεν υποπίπτει σε τόσο καταφανώς παράλογα επιχειρήματα, αλλά η συλλογιστική στην ουσία δεν διαφέρει. Αλλά η ευστροφία του και η ρητορική του δεινότητα τον διαχωρίζουν από κοινά ανδρείκελα της ανδρόσφαιρας, όπως είναι ο Andrew Tate, οι οποίοι είναι τέρατα ευφυίας και διαλεκτικής (μπηχτή). Τουναντίον, ο J.P. είναι ένα όχημα ενίσχυσης των incels και της ανδρόσφαιρας, διότι κατέχει την ιδεολογία και τη χαρισματικότητα για να τους προσελκύει και την οξυδέρκεια και τη μόρφωση για να γεμίζει τη φαρέτρα τους με επιχειρήματα τα οποία αποστηθίζουν και αναμασούν, κάνοντας τη ζωή των ανθρώπων γύρω τους δύσκολη. Μέχρι πρόσφατα, οι ομάδες αυτές βρίσκονταν σε μία σχετική απομόνωση, μία φούσκα όπου οι περισσότεροι ήταν ικανοποιημένοι να σιγοβράζουν στον ιδρώτα τους μπροστά σε μία οθόνη. Ο J.P. όμως τους συσπείρωσε, τους επαναστατικοποίησε και προσέφερε στον υποτυπώδη λόγο τους και στην ιδεολογία τους μία κατ’ επίφαση αξιοπιστία και σοβαροφάνεια. Κάθε φορά που ο Peterson παράγει λόγο, παίρνει αφορμή από μία επιστημολογία που ήδη κατέχει (όπως αυτή της ψυχολογίας), για να παρουσιάσει τον εαυτό του ως φωτεινό παντογνώστη επί παντός επιστητού, ακόμα και σε θέματα στα οποία έχει κατάμαυρα μεσάνυχτα (λ.χ. μαρξιστική θεωρία ή πολιτική επικοινωνία).
Είναι εύκολο να κατατάξουμε τον Peterson στο φάσμα της ανδρόσφαιρας και του “ινσελισμού”, αλλά είναι πιο δύσκολο να αντιληφθούμε τα κίνητρά του. Μία απλή λύση ίσως να είναι σοβαρή κοινωνιοπάθεια και μισαλλοδοξία. Αλλά η αιτία πολύ πιο προφανής. Ο ίδιος ο J.P. είχε πει στον τότε φίλο του, Schiff, ότι θέλει να αγοράσει μία εκκλησία. Εκείνος κατάλαβε ότι θέλει να αγοράσει μια παλιά εκκλησία για να τη μετατρέψει σε σπίτι. Του απαντάει ο J.P. πως όχι, θέλει να αγοράσει μια εκκλησία για να κηρύττει το λόγο του στις μάζες. Έχει όλα τα συστατικά ενός μεγαλομανή αυτοανακηρυγμένου Μεσσία που πιστεύει στο αλάθητο του λόγου του και κάθε φορά που κάποιος προσβάλλεται από τις δηλώσεις του, ο J.P. καυχιέται, ισχυριζόμενος ότι χτύπησε φλέβα για κάποια ψυχική ασθένεια ή πνευματική ανεπάρκεια του προσώπου ή της ομάδας που προσβλήθηκε. Κάθε φορά που παρουσιάζεται αντεπιχείρημα, αυτός ο αντίλογος εκπροσωπεί κάποια σκοτεινή δύναμη που μηχανορραφεί για να τον εκθρονίσει από την διανοητική του ηγεμονία. Το ίδιο το γεγονός ότι αναγάγει την παραμικρή αντίδραση ενάντια στο λόγο του και στις πεποιθήσεις του σε πράξεις ενορχηστρωμένων και διαπλεκόμενων συνομωσιών δεν φέρνει στο νου έναν πεφωτισμένο διανοούμενο που αγωνίζεται να κάνει το σωστό, αλλά έναν μεγαλομανή, αντιδημοκρατικό παράφρονα με σοβαρό σύνδρομο καταδίωξης. Με θεωρείτε υπερβολικό; Μιλάμε για τον άνθρωπο που είχε αποκαλέσει αποκρουστική θεωρία την ιστορία της καταπίεσης της γυναίκας. Αυτόν που παρομοιάζει την υποστήριξη της ισότητας των φύλων με την υποστήριξη της θεωρίας ότι η γη είναι επίπεδη. Τον ίδιο που έχει αποκαλέσει το λευκό προνόμιο ένα “Μαρξιστικό ψέμα”. Πάντοτε υπάρχει “μία κρυφή μερίδα μεταμοντέρνων νεομαρξιστών – πλεονασμός; – με μοναδικό στόχο να καταστρέψουν τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό μέσω των ΛΟΑΤΚΙ φοιτητικών ομάδων που αποτελούν τις ομάδες κρούσης τους” (παράφραση). Το μόνο που μπορεί να κάνει στην πραγματικότητα για να μοιάσει με κάποιον Μεσσία είναι να τυφλωθεί και να πάει στην έρημο να πεθάνει.
Υπάρχει ένα αναμφισβήτητο θετικό στοιχείο, όμως, στην υπόθεση Peterson. Όλη αυτή η μισαλλοδοξία που ξεστομίζει προβάλλεται δημόσια. Όσο κι αν αυτό σημαίνει ότι φωνάζει μέσα σε ένα δωμάτιο με ηχώ, συγκεντρώνει ολοένα και περισσότερο κόσμο γύρω του και ο λόγος του ολοένα και διογκώνεται, το αντιστάθμισμα σε αυτό είναι η ίδια η έκθεσή του στη δημοσιότητα, η κοινωνικοπολιτική περιχαράκωσή του, η έκθεσή του σε ανθρώπους πιο ικανούς από εμένα να παράξουν αντίλογο, αμφισβήτηση και κατάρριψη των επιχειρημάτων του J.P. με ψύχραιμο, δομημένο και επιστημονικά τεκμηριωμένο λόγο. Εύχομαι μόνο η φωνή αυτών των ανθρώπων να μπορεί να αντηχήσει το ίδιο δυνατά με αυτή του Peterson.